προφάτας

προφάτας
προφᾱτας
1 prophet

γείτονα δ' ἐκκάλεσεν Διὸς ὑψίστου προφάταν ἔξοχον, ὀρθόμαντιν Τειρεσίαν N. 1.60

ἐν ζαθέῳ με δέξαι χρόνῳ ἀοίδιμον Πιερίδων προφάταν Pae. 6.6

Τήνερον εὐρυβίαν θεμίτ[ων ]ἐξαίρετον προφάταν Pae. 9.42

λευκίππων Μυκηναίων προφᾶται (-άτᾳ coni. Bergk, i. e. Amphiareus) fr. 202. met., ἐγκιρνάτω τίς μιν (sc. κρατῆρα),

γλυκὺν κώμου προφάταν N. 9.50


Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • προφάτας — ὁ, Α βλ. προφήτης …   Dictionary of Greek

  • προφάτας — προφά̱τᾱς , προφήτης one who speaks for a god and interprets his will masc acc pl (doric) προφά̱τᾱς , προφήτης one who speaks for a god and interprets his will masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προφήτης — Όρος που σημαίνει κυρίως αυτός που μιλά εξ ονόματος ενός θεού και ερμηνεύει τη θέλησή του στους ανθρώπους. Τη μεγαλύτερη σημασία απέκτησαν οι π. στην ιστορία του Ισραήλ: ήδη ο Αβραάμ ονομάζεται π. και για τον Μωυσή λέγεται ότι δεν εμφανίστηκε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”